19.1.13

Η ομιλία του ανεξάρτητου βουλευτή Ο. Βουδούρη για την σύσταση προανακριτικής για τη λίστα Λαγκάρντ


Γιατί τέτοια βιασύνη για την σύσταση προανακριτικής, χωρίς να έχει καν ολοκληρωθεί η έρευνα για το πειστήριο του υπό εξέταση αδικήματος, το usb, και το κίνητρο του υπόπτου Παπακωνσταντίνου που δεν ισχύει εφόσον πλέον γνωρίζουμε ότι οι καταθέσεις των τριών συγγενών ήταν νόμιμες;

Μία εξήγηση: η ΔΗΜΑΡ ήθελε να προλάβει το ΣΥΡΙΖΑ. Αστεία και μικροπολιτική, αλλά όχι απίθανη. 
Η άλλη εξήγηση λέει ότι ήθελε πιθανώς να προστατεύσει τον Ευ. Βενιζέλο, βρίσκοντας πάτημα στις υπό διερεύνηση τότε υποψίες - το περιβόητο όσο και αναληθές πλέον "μίλησε το αίμα". Να προλάβει δηλαδή να καταθέσει το έγγραφο, προτού αλλάξουν τα δεδομένα με την συνέχιση της έρευνας και να περιορίσει εκεί τις έρευνες αγνοώντας τα 3 αδικήματα όπως αυτά περιγράφονται στα διαβιβαστικά των Οικονομικών Εισαγγελέων, κάτι το οποίο θα συμπεριελάμβανε αναγκαστικά και τον κ. Βενιζέλο.

Διαβάστε την πολύ ενδιαφέρουσα ομιλία του ανεξάρτητου πλέον κ. Βουδούρη - είναι διαφωτιστική αν μη τι άλλο για τα γεγονότα.



__________________


Οδυσσέας Βουδούρης - Ανεξάρτητος Βουλευτής:


         Κύριε Πρόεδρε, κύριοι συνάδελφοι, όπως γνωρίζετε δεν υπάρχει κόμμα των ανεξάρτητων Βουλευτών. Η κλήρωση ή μάλλον η ταχύτητα με έφερε να μιλήσω εξ ονόματος αυτής της ομάδας. Δεν μπορώ, λοιπόν, να εκφράσω μία κοινή άποψη όλων των ανεξάρτητων Βουλευτών, αλλά θα προσπαθήσω και θα σταθώ υπεράνω κάθε κομματικής και πολιτικής σκοπιμότητας.

Θέλω να κάνω, καταρχάς, δύο παρατηρήσεις για το θέμα της διαδικασίας. Η πρώτη αφορά τη πρόταση του κ. Βενιζέλου, ο οποίος σήμερα συντάχθηκε στην πρόταση να υπάρχουν τέσσερις κάλπες. Θεωρώ ότι είναι προς τιμήν του. Το έκανε αργά, καθυστέρησε, αλλά όταν γίνεται κάτι σωστό, πρέπει αυτό το πράγμα να το τιμούμε. Θεωρώ, λοιπόν, ότι σωστά έπραξε ο κ. Βενιζέλος. Το έκανε καθυστερημένα. Η καθυστέρηση αυτή, βέβαια, τον εκθέτει στην κριτική ότι το έκανε κατόπιν της πιέσεως που ασκήθηκε, αλλά εν πάση περιπτώσει, καλύτερα αργά παρά ποτέ.

Η δεύτερη παρατήρηση αφορά αυτό το οποίο είπε ο κ. Δημήτρης Παπαδημούλης, ότι για να εξασφαλιστεί η μυστικότητα αυτής της ψηφοφορίας πρέπει ο κάθε Βουλευτής να βάλει ένα ψηφοδέλτιο σε κάθε κάλπη. Η μυστικότητα ξέρετε, έχει ένα σκοπό, δεν είναι από μυστικοπάθεια. Εξυπηρετεί ένα σκοπό κι ο σκοπός αυτός είναι η προστασία της ελευθερίας του κάθε Βουλευτή που θα ψηφίσει. 
Ξέρετε, όταν πάμε ως πολίτες να ψηφίσουμε, πρέπει να περάσουμε πίσω από ένα παραβάν. Και το να περάσουμε πίσω από το παραβάν είναι υποχρεωτικό. Μπορούμε να δηλώσουμε ή να μη δηλώσουμε τι έχουμε ψηφίσει. Αλλά υπάρχει μία υποχρεωτική διαδικασία που προστατεύει τον κάθε πολίτη, έτσι ώστε αν κάποιος τον πιέσει και του πει «εσύ ξέρεις θα ψηφίσεις έτσι ή αλλιώς» για να τον ελέγχει ουσιαστικά, να είναι εκ του νόμου προστατευμένος.
Συνεπώς, θεωρώ ότι είναι πολύ βάσιμη η πρόταση του κ. Παπαδημούλη και θα πρέπει για να είναι έγκυρη η ψήφιση κάθε Βουλευτή, να γίνεται με ψήφο σε κάθε κάλπη, συν το δεδομένο ότι εάν δεν το κάνουμε, κινδυνεύει να υπάρξει αναντιστοιχία μεταξύ της καταγραφής αυτών που ψήφισαν και των ψηφοδελτίων. 

Έρχομαι τώρα στην ουσία του θέματος και θα κάνω μία πρώτη παρατήρηση λέγοντας ότι εδώ έγινε ένα μεγάλο ατόπημα από εμάς, τους Βουλευτές. Βρισκόμαστε μπροστά σε μία υπόθεση, που την εξετάζουμε από την ποινική της πλευρά. Εμείς, όμως, είμαστε κυρίως και πρωτίστως πολιτικοί. Το πολιτικό θέμα δεν το εξετάζουμε. 
Αυτό το οποίο έπρεπε να έχει γίνει - και δεν είναι αργά να διορθωθεί - είναι πρωτίστως μια εξεταστική επιτροπή που θα εξετάσει τις πολιτικές ευθύνες. 
Το ελληνικό Σύνταγμα έχει μία ιδιαιτερότητα. Η ιδιαιτερότητα είναι ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η Βουλή παύει να λειτουργεί ως πολιτικό όργανο και γίνεται δικαστικό όργανο. Η διαδικασία την οποία ακολουθούμε σήμερα πρέπει να είναι, βάσει του Συντάγματος, μία αποκλειστικά δικαστική λειτουργία.

Και εδώ έγινε μία δεύτερη παράλειψη. Πριν δύο χρόνια ήρθε στη Βουλή ένα νομοσχέδιο και θέσπισε αυτό το οποίο ονομάζεται Γνωμοδοτικό Συμβούλιο. Τι είναι το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο; Επειδή εμείς –οι περισσότεροι από εμάς- δεν είμαστε νομικοί, όταν μας έρχεται μία δικογραφία είναι πολύ δύσκολο να την αξιολογήσουμε. Ο νόμος ορίζει ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις η Βουλή έχει τη δυνατότητα να ψηφίσει τη συγκρότηση ενός γνωμοδοτικού συμβουλίου που απαρτίζεται από ανώτατους δικαστικούς, οι οποίοι κληρώνονται και οι οποίοι κάνουν μία εισήγηση έτσι ώστε εμείς οι μη σχετικοί, να μπορέσουμε πραγματικά να λειτουργήσουμε ως δικαστικοί. Αυτό, βέβαια, είναι παράδοξο που δεν έγινε από την κυβερνητική πλευρά, παράδοξο που δεν έγινε και από την Αντιπολίτευση. Διότι, ένα μεγάλο μέρος από τα θέματα που συζητάμε, θα μπορούσαμε να τα συζητήσουμε με έναν πιο τεκμηριωμένο τρόπο.


Αγαπητοί συνάδελφοι, άκουσα πύρινους λόγους, λόγους πολιτικούς. Άκουσα συναδέλφους να λένε «το κόμμα τάδε θα ψηφίσει έτσι ή αλλιώς». Είδα κοινοβουλευτικές ομάδες να συνεδριάζουν και να βγάζουν κομματικές γραμμές, Βουλευτές να διαγράφονται, διότι προληπτικά δήλωσαν αυτό το οποίο πιστεύουν. Αυτά τα πράγματα είναι τρομερά, διότι καταστρατηγούν την ουσία αυτής της διαδικασίας.
Εδώ πρέπει ο κάθε Βουλευτής, ατομικά και κατά συνείδηση, να ψηφίσει ως θα ψήφιζε και ως θα αποφάσιζε ένας ανώτατος δικαστικός. Φανταστείτε ένα δικαστήριο και ο Πρόεδρος του δικαστηρίου να ομαδοποιείται με ορισμένους δικαστικούς και να διαγράφει άλλους διότι δεν ψηφίζουν σύμφωνα με τη γραμμή που ορίζεται. Είναι αδιανόητα αυτά τα πράγματα. 




Ειπώθηκε ότι πρέπει να ψηφίσουμε προτάσεις κομμάτων. Δεν ξέρω ακριβώς τι αναφέρει ο Κανονισμός της Βουλής, αλλά θα πω αυτό που θεωρώ ως αυτονόητο. Η αναφορά μας για να ψηφίσουμε δεν μπορεί να είναι μία κομματική πρόταση. 
Η αναφορά μας για να ψηφίσουμε πρέπει να είναι η δικογραφία. Κι εδώ υπάρχει ένα θέμα. Πήγα και κοίταξα τις δικογραφίες. Αναρωτιέμαι πόσοι συνάδελφοι πήγαν και πήραν στα χέρια τους έστω το διαβιβαστικό της δικογραφίας. Πληροφορίες μου λένε ότι δεν είναι πάνω από δέκα ή είκοσι. Είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα.  Ας ξεχάσουμε, λοιπόν, την πολιτική μας ιδιότητα και ας προσπαθήσουμε να λειτουργήσουμε με μία δικαστική δεοντολογία. Συνεπώς, θα αναφέρω τα γεγονότα. Θα το κάνω πολύ συνοπτικά, διότι πολλά από αυτά είναι πολύ γνωστά.

Ποια είναι τα γεγονότα; 

Στις 30 Σεπτεμβρίου, μετά από διάφορα δημοσιεύματα, ο κ. Στουρνάρας δήλωσε ότι αυτή η περίφημη λίστα, για την οποία μιλάει όλος ο κόσμος, δεν είναι στο Υπουργείο.
Δύο μέρες μετά ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. αποκάλυψε ότι αυτός κατέχει τη λίστα. Την έδωσε στον Πρωθυπουργό και στους οικονομικούς εισαγγελείς. Οι οικονομικοί εισαγγελείς άρχισαν μια έρευνα και μετά από λίγο επειδή έπεσαν πάνω σε ονόματα Υπουργών, έστειλαν αυτή τη δικογραφία με ένα διαβιβαστικό στη Βουλή.

Τι λέει αυτό το διαβιβαστικό; 

Θα σας διαβάσω μόνο ορισμένα αποσπάσματα. Καταρχήν λέει ότι αυτή η λίστα ήρθε μετά από αίτημα του κ. Παπακωνσταντίνου. Τον ονομάζει. Μετά λέει όλο το ιστορικό. Αναφέρει ότι αυτή η λίστα περιήλθε στα χέρια του κ. Βενιζέλου. Τον ονομάζει. Και καταλήγει στο εξής: 

«Επειδή από τα προεκτεθέντα προκύπτουν στοιχεία και πραγματικά περιστατικά σχέση έχοντα με πράξεις ή παραλείψεις του άρθρου τάδε και με πρόσωπα κατέχοντα συγκεκριμένες θέσεις στην κατά τότε κρίσιμο χρόνο κυβέρνηση της Ελλάδος, μεταβιβάζουμε αυτή τη δικογραφία». 
Αναφέρουν αυτά τα γεγονότα και τη μεταβιβάζουν ονομάζοντας τους Υπουργούς, και τον κ. Παπακωνσταντίνου και τον κ. Βενιζέλο. Ποια είναι αυτά τα γεγονότα; Είναι βασικά δύο. Είναι η μη αξιοποίηση της λίστας και η μη σύννομη διαχείριση αυτής της λίστας. Και σε αυτά τα δύο θέματα όποια ευθύνη έχει ο κ. Παπακωνσταντίνου, αντίστοιχη ευθύνη ακριβώς έχει και ο κ. Βενιζέλος. 
Διαβιβάζεται, λοιπόν, αυτή η δικογραφία. Δεν υπάρχει καμία αντίδραση από την Κυβέρνηση. Περνάνε οι μέρες, αποκαλύπτεται το θέμα των τριών ονομάτων και βέβαια, πάρα πολύ λογικά οι εισαγγελείς στέλνουν στη Βουλή μια δεύτερη δικογραφία για την οποία δεν θα πω αναλυτικά τι λέει αλλά θέλω να τονίσω μόνο ένα στοιχείο. Αυτή η δικογραφία είναι διαβίβαση στη Βουλή των Ελλήνων συμπληρωματικών στοιχείων σχετικά με την προκαταρκτική εξέταση η οποία είχε μπει μπρος με την πρώτη δικογραφία. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι αυτή η δεύτερη δικογραφία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μεμονωμένα. Και εδώ έχουμε το παράδοξο. 
Μόλις κατατίθεται στις 28 Δεκεμβρίου αυτή η δικογραφία, αστραπιαία ενώ δεν υπήρχε καμία αντίδραση στην πρώτη ο Πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς συντάσσει μια πρόταση που γίνεται πρόταση της Κυβέρνησης και η οποία αναφέρει ότι πρέπει να παραπεμφθεί σε προκαταρκτική εξέταση ο κ. Παπακωνσταντίνου, ένα άτομο, για ένα θέμα, για το θέμα της αφαίρεσης των τριών ονομάτων. Αυτά είναι τα γεγονότα. 

Να κάνουμε μια σύνοψη. Υπάρχουν αυτή τη στιγμή τρεις κατηγορίες. 

- Η πρώτη είναι η μη αξιοποίηση αυτής της λίστας η οποία ήρθε στην Ελλάδα ακριβώς γι’ αυτόν στον στόχο. 
- Η δεύτερη είναι η μη σύννομη διαχείριση, το γεγονός ότι αυτή η λίστα δεν πρωτοκολλήθηκε, το γεγονός ότι αυτή η λίστα δεν παραδόθηκε από τον κ. Παπακωνσταντίνου στον κ. Βενιζέλο και από τον κ. Βενιζέλο στον κ. Σαχινίδη και το γεγονός ότι αυτή η λίστα βρέθηκε στα χέρια του κ. Βενιζέλου, ενώ δεν είχε πλέον καμία αρμοδιότητα. 
- Και η τρίτη κατηγορία είναι η αφαίρεση των τριών ονομάτων. 

Ήθελα να πω το εξής όσον αφορά το θέμα της ζημιάς που προκλήθηκε στο δημόσιο. Γιατί υπάρχει μία άποψη που λέει ότι όταν δεν προκαλείται ζημιά στο δημόσιο, δεν υπάρχει ποινικό αδίκημα. Το θέμα εδώ είναι πολύ λεπτό. Γιατί τι είναι ζημιά στο δημόσιο; Ζημιά στο δημόσιο είναι μόνο μία οικονομική ζημιά; Αν υποθέσουμε ότι ο κ. Παπακωνσταντίνου όντως αφαίρεσε τα δύο ονόματα αλλά δεν υπάρχει καμία ενοχή των συγγενών του –έχουν πληρώσει τους φόρους και είναι εντάξει- δεν υπάρχει ζημιά στο δημόσιο; Δεν έχει ζημιωθεί το δημόσιο από αυτήν την πράξη του κ. Παπακωνσταντίνου που μπορεί να την έκανε για έναν δευτερεύοντα λόγο, απλώς για να μην αναφερθεί το όνομά του, για να μη γίνει κουβέντα;
Προφανώς, έχει τρωθεί το κύρος της Κυβέρνησης. Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τις άλλες κατηγορίες. Το αν έχει προκληθεί ζημιά στο δημόσιο ή όχι δεν μπορούμε να το αποφασίσουμε εμείς.

Θέλω επίσης να κάνω την εξής επισήμανση: Από τις τρεις αυτές κατηγορίες τις οποίες ανέφερα, οι δύο πρώτες είναι αυταπόδεικτες. Είναι αυταπόδεικτο ότι αυτή η λίστα δεν αξιοποιήθηκε, είναι αυταπόδεικτο ότι η διαχείριση αυτής της λίστας δεν έγινε με σύννομο τρόπο. Μόνο η τρίτη κατηγορία είναι μία κατηγορία η οποία πρέπει να αποδειχθεί και θα είναι δύσκολο να αποδειχθεί. 

      Συνεπώς, εάν ακολουθήσουμε την πρόταση αυτών που λένε «θα παραπέμψουμε μόνο ένα άτομο, τον κύριο Παπακωνσταντίνου και μόνο για μία υπόθεση, την αφαίρεση των τριών ονομάτων», είναι πάρα πολύ πιθανό όλοι «να βγουν λάδι». Πιθανώς θα πάει ο κύριος Παπακωνσταντίνου στο Ειδικό Δικαστήριο και θα αθωωθεί, διότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδείξεις ότι το έκανε ειδικά ο κύριος Παπακωνσταντίνου.

Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό η πρόταση που θα κάνουμε για την Προκαταρκτική να περιέχει το σύνολο των θεμάτων που προκύπτουν από τη δικογραφία και το σύνολο των ανθρώπων που εμπλέκονται σ’ αυτή την υπόθεση. Ποιοι εμπλέκονται; Είναι σαφές. Ονομάζονται, είναι ονομαστικά στη δικογραφία. Είναι οι Υπουργοί Οικονομικών.

    Θέλω εδώ να πω ότι προσπαθώντας πάντα να λειτουργήσω μ’ αυτή τη δικαστική δεοντολογία, δεν βλέπω αναφορά στους Πρωθυπουργούς. Δεν υπάρχει αναφορά στους Πρωθυπουργούς σ’ αυτή τη δικογραφία, στο διαβιβαστικό. Βέβαια, κατ’ εμέ αυτό δεν είναι τόσο σημαντικό. Το σημαντικό είναι να κατονομαστούν τα γεγονότα τα οποία θα διερευνήσουμε και, εφόσον προκύψουν -διότι αν υπάρχει εμπλοκή, θα προκύψει απ’ αυτή τη διερεύνηση- τότε θα υπάρχει και αντίστοιχη διαδικασία απέναντι στους Πρωθυπουργούς.

Επιτρέψτε μου να πω την άποψή μου για τη στάση του κυρίου Βενιζέλου. Προσπαθώ να είμαι όσο γίνεται πιο ακριβοδίκαιος και γι’ αυτό είπα ότι είναι προς τιμήν του το γεγονός ότι άλλαξε άποψη και πρότεινε ο ίδιος τις τέσσερις κάλπες. 
       Θεωρώ ότι, αντί να προβεί σ’ αυτούς τους «πύρινους» λόγους για σκευωρία έχοντας την απόλυτη προσωπική πεποίθηση ότι είναι ο ίδιος αθώος, θα δικαιωνόταν αν πρότεινε να πάει σ’ αυτή την Προκαταρκτική, διότι δεν υπάρχει στίγμα στην Προκαταρκτική. Αυτό είναι ένα άλλο στοιχείο το οποίο πρέπει να τονίσουμε. Η Προκαταρκτική, αυτό το οποίο θα αποφασίσουμε εμείς εδώ, δεν είναι παραπομπή σε δίκη. Δεν αποφασίζουμε να παραπέμψουμε κάποιον σε δίκη. Αποφασίζουμε να παραπέμψουμε κάποιον για να εξεταστεί και ενδεχομένως να πάει σε μία ανάκριση η οποία ενδεχομένως θα καταλήξει σε μία δίκη. Συνεπώς τι το καλύτερο; Έτσι είχε κάνει σε μία άλλη περίπτωση ο Πρόεδρος της Βουλής κύριος Μεϊμαράκης -και ήταν προς τιμήν του- όπου όταν ακούστηκε το όνομά του για μία άλλη υπόθεση –όπου προφανώς ήταν άσχετος- ο ίδιος είπε «εγώ ζητώ να πάω» και βέβαια έκλεισαν όλα τα στόματα.

Αγαπητοί συνάδελφοι, κλείνω με μία εκτίμηση πιο πολιτική: Υπάρχει ένα επιχείρημα το οποίο έχει πείσει αρκετούς συναδέλφους και από τη Δημοκρατική Αριστερά και από αλλού ότι αν προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε όλες τις πτυχές αυτού του θέματος και όλα τα πρόσωπα, θα «πέσει» η Κυβέρνηση. Είμαι σίγουρος ότι πολλοί από τη Συμπολίτευση, υπακούοντας σ’ αυτή την απειλή, θα ψηφίσετε.

Εγώ σας λέω ότι υπάρχουν δύο θέματα. Αν υποθέσουμε ότι αυτό ισχύει, υπάρχει ένα μεγάλο ηθικό θέμα το οποίο ο καθένας λύνει κατά συνείδηση. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να συγκαλύψω ένα ποινικό αδίκημα μ’ αυτή την απειλή, αλλά ο καθένας ας πράξει κατά συνείδηση.
Το πιο σημαντικό απ’ όλα όμως είναι ότι είναι προφανές το αντίστροφο, ότι δηλαδή εάν δεν ρίξουμε όλο το φως σ’ αυτή την υπόθεση, εάν δεν εξετάσουμε όλες τις πτυχές και όλους τους εμπλεκόμενους, τότε θα αποσταθεροποιηθεί η Κυβέρνηση, τότε θα κινδυνεύσει να «πέσει» η Κυβέρνηση, διότι οι ενδεχόμενες, οι τυχούσες ευθύνες των Υπουργών και του κυρίου Βενιζέλου, όπως σας είπα, είναι αυταπόδεικτες και ο κόσμος θα εκλάβει αυτή την απόφασή μας σ’ αυτή την ψηφοφορία σαν μία απόπειρα συγκάλυψης. 
Στην περίοδο της κρίσης που ζούμε, το μεγαλύτερο ατού μίας κυβέρνησης είναι το ηθικό της κύρος. Εάν λοιπόν φανεί ότι η Κυβέρνηση προσπαθεί να συγκαλύψει, θα χάσει αυτό το ηθικό κύρος και θα αποσταθεροποιηθεί.


Σας ευχαριστώ πολύ.


____________
Πηγή: αδιόρθωτα πρακτικά της Βουλής
μορφοποίηση δική μου για να διευκολύνω την ανάγνωση των 2000+ λέξεων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Translate